Ο Σταύρος κι εμείς
του Γιάννη Μεϊμάρογλου
Η αναγέννηση της προοδευτικής παράταξης επιχειρείται τις μέρες αυτές με παράδοξο για τα πολιτικά χρονικά τρόπο. Η εκλογή του ηγέτη του εγχειρήματος θα προηγηθεί της πολιτικής και οργανωτικής συγκρότησης του νέου κόμματος. Όταν διατυπώθηκε για πρώτη φορά πέρσι, στο συνέδριο του Ποταμιού, η πρόταση αυτή του Σταύρου Θεοδωράκη ξάφνιασε, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις μιας και έμοιαζε να βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο. Στην ουσία, ωστόσο, με την πρόταση αυτή ξεπερνιέται ο σκόπελος ενός ιδρυτικού συνεδρίου με δεδομένους συσχετισμούς και ενός νέου αρχηγού δέσμιου πολιτικά παλαιών συσχετισμών, με προδιαγεγραμμένη μια ακόμα αποτυχία.
Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο το διακύβευμα της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης δεν αφορά μόνο στο πρόσωπο του νικητή. Αφορά κυρίως στο όραμα και το πολιτικό του στίγμα. Οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν, ως άτυποι σύνεδροι ενός ανοιχτού πανελλαδικού σώματος, την πολιτική εκείνη που θα οδηγήσει στην αναγέννηση και την νέα πορεία του μεταρρυθμιστικού χώρου, μακριά από περιχαρακώσεις που οδήγησαν στη συρρίκνωσή του.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν διστάζει μπροστά στις δυσκολίες. Το απέδειξε με την ίδρυση του μεταρρυθμιστικού Ποταμιού, σε μια περίοδο που το εθνικολαϊκιστικό ρεύμα σάρωνε τη χώρα. Παρά την πολιτική και οργανωτική απειρία ενός νέου στην πολιτική και παρά τις επιθέσεις που δέχτηκε, ο «Σταύρος» κατάφερε να μείνει όρθιος, επιμένοντας στις ίδιες ριζοσπαστικές θέσεις με τις οποίες ξεκίνησε στο Λαύριο πριν τρία χρόνια.
Η υποψηφιότητα Θεοδωράκη προσδίδει στο εγχείρημα νέα δυναμική και αισιόδοξη προοπτική. Ανοίγει την πόρτα της συμμετοχής στην ψηφοφορία σε δεκάδες χιλιάδες πολίτες του ευρύτερου εκσυγχρονιστικού χώρου που έχουν απογοητευτεί από τα ιδεολογήματα περί «ίσων αποστάσεων» και προσδοκούν ένα νέο φορέα με την κυβερνησιμότητα στην πολιτική του ταυτότητα. Ταυτόχρονα, η ανάδειξή του στην ηγεσία της παράταξης θα επιδράσει πολλαπλασιαστικά στη συσπείρωση πολύτιμων μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που σήμερα κρατούν αποστάσεις και διατηρούν, δικαιολογημένα σε μεγάλο βαθμό, ισχυρές επιφυλάξεις για την πορεία του εγχειρήματος.
Δεν είμαστε λίγοι όσοι μοχθούμε επί δεκαετίες για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου. Όσοι είδαμε στο παρελθόν τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό να θάβει τα οράματά μας, τους ανανεωτές να αυτοακυρώνονται μέσα στις συριζαϊκές αυταπάτες, τους εκσυγχρονιστές του Σημίτη να σκορπίζουν πολιτικά και ιδεολογικά μετά το τέλος της εξουσίας τους. Όσοι είδαμε τις προσπάθειές μας μέσα από τα φόρουμ, τους «58» και τις «ελιές» να πετιώνται στα σκουπίδια από ηγετικές φιλοδοξίες και μικροκομματικά συμφέροντα.
Και είμαστε ολοένα και περισσότεροι όσοι συνειδητοποιούμε ότι η χώρα δεν πρόκειται να βγει από αυτή την κρίση αν δεν ηττηθεί το τέρας του διακομματικού εθνικολαϊκισμού που απειλεί να την καταβροχθίσει. Η υποψηφιότητα του Σταύρου Θεοδωράκη δεν προσφέρεται για μεσσιανικές εξαγγελίες. Αποτελεί όμως μια μοναδική ευκαιρία για τη συσπείρωση όλων των μεταρρυθμιστικών και προοδευτικών αντιλαϊκίστικων δυνάμεων, πέραν των στενών κομματικών και ιδεολογικών ορίων, σε μια μεγάλη εκσυγχρονιστική παράταξη αποφασισμένη να νικήσει τον λαϊκισμό, να αλλάξει το βαλτωμένο πελατειακό πολιτικό σύστημα, να διεκδικήσει το δικαίωμά μας να ζούμε σε μια ευνομούμενη ευρωπαϊκή χώρα. Η υποψηφιότητα του Σταύρου Θεοδωράκη αξίζει να στηριχτεί τόσο στην προσωπική όσο και στην πολιτική της διάσταση.
* Ο Γιάννης Μεϊμάρογλου είναι πρόεδρος της Επιτροπής Διαλόγου του Ποταμιού