Η λογική στην εξουσία
Οι νέοι του Μάη του 1968 πάλλονταν για «τη φαντασία στην εξουσία», ένα σύνθημα που μέσα στη γλυκιά άχλη που τυλίγει τη νιότη του παρελθόντος μας έγινε συνώνυμο πολιτικών στοχεύσεων των μη συντηρητικών δυνάμεων για τις επόμενες δεκαετίες. Η φαντασία εξισωνόταν με την έμπνευση που θα έφερνε λύσεις γρηγορότερα προσπερνώντας τα εμπόδια που βάζει η εμμονή της λογικής στις απαιτήσεις σφαιρικότητας και πληρότητας των πολιτικών προτάσεων. Ως συνεπαγωγή, «η λογική στην εξουσία» εκλαμβανόταν ως ανέμπνευστη και ψυχαναγκαστική. Και ο πολιτικός λόγος των κομμάτων, ιδιαιτέρως των κομμάτων στα αριστερά του δεξιού ημισφαιρίου, πλημμύριζε από ελκυστικές πλην όμως απροσδιόριστου περιεχομένου λέξεις, όπως αλλαγή, δύναμη, όραμα. Λέξεις οι οποίες ακουμπούσαν στο θυμικό με τρόπο που νάρκωνε τη μνήμη και συγχωρούσε αποκλίσεις μεταξύ υποσχέσεων και πραγματικότητας.
Όμως οι καιροί είναι πιο απαιτητικοί πλέον. Τα μεγαλόσχημα σχέδια μεταρρυθμίσεων δεν πείθουν, η μνήμη οξύνθηκε και οι ψηφοφόροι τιμωρούν. Η λογική παίρνει τη θέση που της αξίζει ως κριτήριο αξιολόγησης των λύσεων που προτείνονται από υποψηφίους και από κόμματα. Τι όμως σημαίνει πρακτικά η «λογική στην εξουσία»; Κατά πρώτον σημαίνει συγκροτημένο σχεδιασμό και προσγειωμένες εκτιμήσεις. Κατά δεύτερον σημαίνει και προθυμία ανάληψης ευθυνών ή αλλιώς προθυμία να εφαρμόσεις τον συγκροτημένο και προσγειωμένο σου σχέδιο αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος. Διαφορετικά, η λογική μένει εκτός εξουσίας και μάλλον σπαταλιέται.
Αν συμφωνήσουμε ότι η «λογική στην εξουσία» είναι το πολιτικό ζητούμενο, πώς θα πρέπει να κινηθούμε στις επικείμενες εκλογές για την ανάδειξη ηγεσίας του νέου προοδευτικού κόμματος; Η πρώτη σκέψη είναι ότι σε ένα δικομματικό σύστημα, ακόμα και αν αυτό είναι ατελές, ο ρόλος κομμάτων πιο μικρού μεγέθους εκλαμβάνεται ως περιθωριακός εξαιτίας της απόστασής τους από την προοπτική εξουσίας. Στο επιχείρημα αυτό οφείλει κανείς να αντιπαραθέσει τεκμήρια έντονης μεταβλητότητας των κομματικών επιλογών του κοινού, αλλά και την αυξημένη βούληση και την ανάγκη σχηματισμού ευρύτερων κυβερνητικών συνασπισμών. Η εκλογική πορεία ενός νέου κόμματος υπό συνθήκες κατακερματισμού των επιλογών ψήφου δεν είναι προδιαγεγραμμένη, ενώ ο ρόλος ενός κόμματος του ενδιάμεσου χώρου στη διαμόρφωση κοινοβουλευτικών ή και κοινωνικών πλειοψηφιών είναι παραπάνω από προφανής. Το κριτήριο της «λογικής στην εξουσία» αφορά λοιπόν και τις κάλπες για το νέο προοδευτικό φορέα.
Ποιος από τους υποψηφίους προτάσσει τη λογική έναντι του συναισθήματος; Αυτός που στηλιτεύει τον στραγγαλισμό των άξιων δημοσίων υπαλλήλων από το κομματικό κράτος, αυτός που διατήρησε το ταμείο του κόμματός του πλεονασματικό, αυτός που δεν κολάκευσε τον εύκολο θυμό ούτε το 2015, κατά των Ευρωπαίων, ούτε και αργότερα, άκριτα κατά του συνόλου των πρωτοβουλιών της κυβέρνησης Τσίπρα. Αυτός που κάνει επίκληση στο συναίσθημα μόνο όταν αναφέρεται στο αίσθημα αδικίας μειονοτήτων που διεκδικούν τις ατομικές τους ελευθερίες. Και ποιος υποψήφιος δε φοβάται τις ευθύνες ανάληψης εξουσίας; Αυτός που δε θα αφήσει τη χώρα χωρίς κυβέρνηση επιλέγοντας να κερδίσει τα φώτα μιας ακόμα εκλογικής αναμέτρησης. Λογική και ευθύνη. Στη μάχη της προσεχούς Κυριακής έχουν τον δικό τους υποψήφιο: τον Σταύρο Θεοδωράκη.
* O Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου «Π² – Πρόοδος στην Πράξη»
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών